μάλλον στραβά αρμενίζουμε…

Update: Συναφή ποστ Παραίτηση Καραμανλή, ή Στραβός είναι ο γυαλός ή στραβά αρμενίζουμε, ο Γυαλός είναι πάντα στη θέση του

Αντί προλόγου: Την Δευτέρα διάβασα δύο κείμενα από ανθρώπους με εντελώς διαφορετικές κοινωνικές και πολιτικές καταβολές από μένα που κατέληγαν στα ίδια συμπεράσματα. Τα κείμενα του Βεργόπουλου στην Ελευθεροτυπία της 25/9/2009 και του Greek Rider στις 28/9/2009, αρχίζουν και επαναφέρουν μια αριστερή σκέψη έξω από τα υπάρχοντα κομματικά επιτελεία, και μια φρέσκια προοπτική για την επομένη μέρα. Take a look at them…

Το δεύτερο επιχείρημα της αριστεράς για την εκλογική της συρρίκνωση, είναι το ευρύτερο «δυσμενές κλίμα», η συντηρητική μετατόπιση του ευρωπαϊκού πολιτικού σκηνικού. Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης βρίσκονται σε όλο το φάσμα της αριστεράς. Και οι δυο μεριές συνομολογούν πως είναι «αντιτουριστικές» οι απόψεις της ριζοσπαστικής αριστεράς και άρα είναι αναγκαία είτε μια πολιτική μετατόπιση είτε μια προσωρινή, έστω, συνθηκολόγηση με «ρεαλιστικές» λογικές.

Η πραγματικότητα που σκιαγραφούν, πράγματι, έχει σοβαρά επιχειρήματα και ενδείξεις. Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα βρίσκονται σε μια πρωτοφανή υποχώρηση και η ακροδεξιά επανεμφανίζεται απειλητική σε μια σειρά χώρες (πχ Ολλανδία, Αγγλία, Αυστρία κλπ).

ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΑΣ, ΔΙΚΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ, ΔΙΚΑ ΜΑΣ

Το πρόβλημα που έχει αυτή η άποψη είναι διπλό: Από τη μία, αναγκάζεται να στηριχθεί σε μία μόνο πλευρά των εκλογικών αποτελεσμάτων και από την άλλη όταν φτάνει να εξειδικεύσει για την Ελλάδα, χρησιμοποιεί εντελώς διαφορετικά εργαλεία.

  • Στην Ευρώπη δεν υπάρχει μόνο ήττα ή συρρίκνωση των δυτικοευρωπαίων σοσιαλιστών, αλλά και η άνοδος του ΠΑΣΟΚ. Από την άλλη μια σειρά σχήματα,  αριστερά ή wannabe σοσιαλιστικά, δυναμώνουν. Το ΑΚΕΛ παραμένει πρώτη δύναμη, στην Πορτογαλία, Γαλλία και Γερμανία ξεπερνάνε το 15%, οι Οικολόγοι ξαναδυναμώνουν κι έτσι ο συνολικός συσχετισμός Δεξιάς/Ακροδεξιάς-Αριστεράς/Κεντροαριστεράς παραμένει, περίπου, ο ίδιος. Ακόμα και τα ακροδεξιά σχήματα στη Γερμανία εξαφανίζονται και ο Λεπέν συρρικνώνεται όταν 7 χρόνια πριν ήταν στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών

    blokoPortugal

    Η Πορτογαλία έχει "ανοσία" στη "δεξιά" Ευρώπη και δίνει στην αριστερά πάνω από 17%;

  • Αν η αριστερά, όμως, χρησιμοποιεί την άνοδο ή την πτώση των σοσιαλιστικών σχημάτων για την περιγραφή μιας αντίστοιχης πολιτικής μετατόπισης, γιατί δεν το κάνει αυτό και στην Ελλάδα; Ένα αντίστοιχο φαινόμενο στην Ευρώπη (πχ μια ενδεχόμενη πτώση του Μπερλουσκόνι από την Δημοκρατική Αριστερά) θα χαιρετιζόταν ως «αριστερή στροφή». Γιατί η επερχόμενη συντριβή της ΝΔ δεν χαίρει της ίδιας εκτίμησης;

Είναι φανερό πως δεν υπάρχει μια ενιαία εικόνα συντηρητικής μετατόπισης στην Ευρώπη που να δικαιολογεί ένα «δύσκολο» περιβάλλον, αλλά ακόμα και αν υπήρχε τα παραδείγματα του Μπλόκου της Πορτογαλίας και της Γερμανικής Αριστεράς δείχνουν πως πάντα υπάρχει η δυνατότητα μιας νικηφόρας μάχης για αυτές τις δυνάμεις… που, όμως, βασίζεται ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ στις ορθές ή μη πολιτικές επιλογές του προηγούμενου διαστήματος.

Θα μπορούσα να κλείσω εδώ το ποστ, αλλά θα προσπαθήσω παρακάτω να εμβαθύνω λίγο πάνω στο θέμα των εκλογών σε σχέση με τις πολιτικές και κοινωνικές μετατοπίσεις. Λανθασμένα από πολλούς αναλυτές, χρησιμοποιούνται οι πολιτικές εκλογικές αναμετρήσεις ως μοναδικό δείγμα «θερμόμετρου» της κοινωνίας. Αυτές οι απόψεις μετατρέπουν το πολιτικό σχέδιο σε τακτικίστικους ελιγμούς και την ανάλυση σε στατιστική.

ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΩΣ «ΕΠΙΛΟΓΗ» ΚΟΜΜΑΤΩΝ, ΚΙ ΟΧΙ ΩΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΘΕΡΜΟΜΕΤΡΟ

Οι εκλογές δεν είναι γκάλοπ.. Δεν είναι μια «έντιμη» διαδικασία μέτρησης των κοινωνικών τάσεων, αλλά ένα δυναμικό πλαίσιο, κάτι σαν big brother του συστήματος που αναζητά τους «κατάλληλους» διαχειριστές του. Γι` αυτό και από χώρα σε χώρα έχει εντελώς διαφορετικά εκλογικά συστήματα. Αυτά τα συστήματα είναι που διαμορφώνουν τους «εκπροσώπους του έθνους» και όχι το ανάποδο.

Έτσι το υπερσυγκεντρωτικό σύστημα των ΗΠΑ και Αγγλίας θα εξαφάνιζε (όπως και έχει πετύχει) κάθε αντίστοιχο ψηφοδέλτιο όπως του ΣΥΡΙΖΑ, ΛΑΟΣ και ΚΚΕ. Από την άλλη, όταν η αριστερά μπόρεσε και δημιούργησε ένα αξιόμαχο πολιτικό πόλο (όπως το ΚΚΙ στην Ιταλία ή το ANC στην Νότια Αφρική), ο καπιταλισμός «θυμήθηκε» την απλή αναλογική και την «ποσόστωση» των μικρότερών κομμάτων  για να παρεμποδίσει τη διακυβέρνηση από δυνάμεις που ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΑ να αποσταθεροποιούσαν το καθεστώς.

Στην Ελλάδα μια τυχόν εφαρμογή της απλής αναλογικής ή, έστω, απλής κατάργησης του πλαφόν του 3%, θα έφερνε στο προσκήνιο τους Τούρκους της Δ. Θράκης, τους Μακεδόνες της Φλώρινας, δεκάδες σχήματα της Άκρας αριστεράς και δεξιάς.

Η μη εκπροσώπηση κοινωνικών δυνάμεων στο εκλογικό παζάρι δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν αυτές. Αντίθετα, η συνεχή υποτίμηση και περιθωριοποίηση τους επιφέρει εκρηκτικά αποτελέσματα.

ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ, ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥΝΤΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ

Κάθε χρόνο, περίπου, έχουμε μια διαδικασία όπου τα υπάρχοντα σχήματα «δοκιμάζουν» την αξιοπιστία τους απέναντι στα υπάρχοντα ζητήματα. Είτε με κοινοβουλευτικές, είτε με ευρωεκλογές είτε με δημοτικές, προεδρικές, ομόσπονδες εκλογές (ανάλογα με το σύστημα κάθε χώρας) το σύστημα «απαιτεί» προσαρμοστικότητα αντίστοιχη με «παίχτη» reality.

Το σύστημα επιβάλλει τους όρους του παιχνιδιού, τα «ερωτήματα», τα «διλήμματα», την πολιτική ατζέντα και τα κόμματα μετράνε την χρησιμότητα τους σε αυτά . Εδώ η αριστερά παίζει (ή θα έπρεπε να παίζει) ένα αστάθμητο παράγοντα.

Την ώρα που το σύστημα αναζητεί τον κατάλληλο διαχειριστή του, υπάρχουν κοινωνικές δυνάμεις που πλήττονται από αυτό, αντιπαλεύουν την υπαρκτή πολιτική διαχείριση και αναζητούν εκφραστή στο σκηνικό.  Ανάλογα με το «πλαίσιο» (βλ. εκλογικό σύστημα) θα αναζητήσουν συμμαχίες η μη που θα τις φέρουν στο προσκήνιο.

Εδώ υπάρχει ένα σημείο που πρέπει να σταθούμε… Όπως και το «σύστημα» απορρίπτει polosiακατάλληλους διαχειριστές, έτσι και ριζοσπαστικές πολιτικές & κοινωνικές δυνάμεις μπορούν να απορρίψουν τους υποψήφιους εκφραστές της αν κρίνουν πως δεν ανταποκρίθηκαν στις μάχες της προηγούμενης περιόδου, αν δεν αναγνωρίσει τους «δικούς» τους βουλευτές.

Οι εκλογές αντιμετωπίζονται από αντισυστημικές δυνάμεις ως ΜΙΑ μάχη, και πάντως όχι επιβίωσης ή την πιο σημαντική. Σε χώρες με πλειοψηφικά συστήματα δεν σταματά η κοινωνική μάχη επειδή δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική εκπροσώπηση.

Πολύ περισσότερο, δεν υπάρχει η λογική του «μη χείρον, βέλτιστο». Ειδικά σε περιόδους με οξυμένη κοινωνική σύγκρουση και διλήμματα, οι απαιτήσεις από αριστερές εκπροσωπήσεις και διαμεσολαβητές αυξάνουν με, φαινομενικά, αντιφατικά αποτελέσματα.

Πολλές φορές σε, σχετικά, ήπιες περιόδους εμφανίζεται η αριστερά με αυξημένα ποσοστά ενώ σε αντίστοιχες πολωτικές εμφανίζεται συρρικνωμένη με άνοδο της δεξιάς. Δεν είναι παράδοξο αλλά ούτε και φυσικό φαινόμενο.

Σε συνθήκες ομαλότητας, σχήματα που ευαγγελίζονται μια πιο «ανθρώπινη» πολιτική, είναι μέλι στα αυτιά των ταλαιπωρημένων πολιτών. Στα τέλη της δεκαετίας του `90, μετά από 15 σκληρής λιτότητας και ιδεολογικής κυριαρχίας της εξατομικοποίησης και του νεοφιλελευθερισμού, εμφανίστηκε μια αριστερά με τα μεγαλύτερα αντιπολιτευτικά ποσοστά της. Το 1996 πήρε πάνω από 15% και το 1999 ξεπέρασε το 20%.

Τι συμβαίνει σε περιόδους σύγκρουσης, όμως; Σύγκρουσης που προφανώς δεν είναι νικηφόρες, δεν έχουν καταφέρει να σχηματίσουν ένα πλειοψηφικό μπλοκ διαφορετικής πρότασης, αλλά είναι μια δυναμική μειοψηφία που εισβάλλει στο προσκήνιο; Σε αυτές  μας συνθήκες είναι που μετριούνται εχθροί και φίλοι. Εδώ οι εκλογές μετράνε το μέγεθος ανταπόκρισης όχι στη διαχείριση, αλλά στη σύγκρουση. Γι` αυτό και συχνά μετά από σκληρές μάχες τα αντιδραστικά στρώματα επιβραβεύουν  το κόμμα που αντιστάθηκε «στους κουκουλοφόρους, στους αναρχικούς, στους κομμουνιστές, στους βρωμιάρηδες», αλλά τα ριζοσπαστικά τμήματα τιμωρούν τη διστακτικότητα των υπαρχόντων αριστερών σχημάτων.

Αν κάναμε μια απλουστευτική μεταφορά των εκλογικών αποτελεσμάτων σε ανάλυση των κοινωνικών διεργασιών, θα έπρεπε να αναγνώσουμε μια συνεχή δεξιά μετατόπιση της γαλλικής κοινωνίας ανάμεσα στο 1962 και 1968 όπου σε τρεις[1][2][3] διαδοχικές αναμετρήσεις η δεξιά ανέβαζε τα ποσοστά της.

Αντίστοιχα οι εκλογές στην ελληνική μεταπολίτευση έδειχναν   μια δεξιά κοινωνία όπου τα κεντροδεξιά ποσοστά κυμαινόντουσαν ανάμεσα στο 60[4] και 70[5]% με την ακροδεξιά στο 7%  και το δημοψήφισμα του υπέρ του βασιλιά στο 30[6]%. Η καθημερινή μάχη της αριστεράς για το ξαναχτίσιμο των συνδικάτων δεν είχε την αντίστοιχη πολιτική εκπροσώπηση. Αν πάρουμε μόνο τα αποτελέσματα θα έπρεπε να θεωρούμε τον εαυτό μας ευτυχή που ζούσε στη δεκαετία του `90 μιας και η δεξιά είχε φτάσει να είναι κοντά στο 40[7]%.

Ακόμα και η δεύτερη συντριπτική νίκη[8] του Μπους τζούνιορ στην Αμερική βασίστηκε στην επιτυχημένη συσπείρωση των ακροδεξιών ευαγγελιστών κόντρα στην άνευρη εκστρατεία του Τζων Κέρρυ. Το αντιπολεμικό κίνημα των ΗΠΑ δεν βρήκε ποτέ τον εκφραστή του.

ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΩΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΘΕΡΜΟΜΕΤΡΟΥ

Μερικές φορές κάθομαι και διασκεδάζω με τις αφελής εξισώσεις πτώση αριστεράς = «δεξιά» κοινωνία. Όσοι χρησιμοποιούν την πτώση των άγγλων εργατικών ως δείγμα δεξιάς μετατόπισης, δεν έχουν καταφέρει να μου απαντήσουν στο απλό ερώτημα μου πως θα μπορούσε να καταγραφεί μια «αριστερή» στροφή της αγγλικής κοινωνίας. Μήπως να δίναμε στον Μπλερ, μετά την απόφαση του να εισβάλλει στο Ιράκ, 50, 60, 70%; Αν μετά από 12 χρόνια νεοφιλελεύθερης διαχείρισης αύξανε τα ποσοστά του θα πανηγυρίζαμε τη «νίκη της αριστεράς»;  Και, εν πάση περιπτώσει, δεν είναι δυνατόν οι αυξομειώσεις των εκλογικών ποσοστών από χρόνο σε χρόνο να παράγουν άκρως αντίθετες πολιτικές εκτιμήσεις. Αυτό δεν είναι πολιτικό σχέδιο, είναι τακτικίστικη αντιμετώπιση της επιβίωσης μιας φούχτας πολιτικάντηδων.

Για να γίνει μια σοβαρή προσέγγιση των τάσεων της κοινωνίας πρέπει να λαμβάνονται πολλοί και διαφορετικοί παράγοντες. Χοντρικά εγώ θα προσθέσω άλλους δύο: την κοινωνική, πολιτική και ιδεολογική διεισδυτικότητα (και αποτελεσματικότητα , θα έλεγα) της αριστεράς, σε συνάρτηση με τη διαθεσιμότητα των πολιτών σε αυτές τις απόψεις.

Η αριστερά στην Ελλάδα εδώ και 25 χρόνια περίπου κυμαίνεται γύρω 12-13 %. Με μοναδικό εργαλείο τα πολιτικά εκλογικά αποτελέσματα οι αναλυτές θα έπρεπε να κάνανε ανάλυση δεκαδικών ποσοστών για να βλέπουν πολιτικές μετατοπίσεις. Με βάση αυτή την πολιτική σχιζοφρένεια δε θα μπορούσε ποτέ να «διαβαστεί» μια πραγματική δεξιά μετατόπιση της ελληνικής κοινωνίας που συντελέστηκε, χοντρικά, ανάμεσα στα 1985 και 1995.

Αυτό που συνέβηκε δεν ήταν η εκλογική συρρίκνωση της αριστεράς αλλά δύο άλλα γεγονότα.

  • Χάθηκε η πολιτική και οργανωτική διεισδυτικότητα της σε ευρύτερα στρώματα. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του `80 η αριστερά αν και είχε 10-12% στις εκλογές, στα συνδικάτα είχε πάνω από 50%, στα πανεπιστήμια ΚΚΕ- ΚΚΕες (κάτι σαν ΣΥΝ) και άκρα αριστερά έπαιρναν πάνω από 50%, στη Αττική υπήρχε ένα κόκκινο «δαχτυλίδι» γύρω από την Αθήνα όπου εκλεγόντουσαν αριστεροί δήμαρχοι κόντρα σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Μπορεί οι πολίτες να μην έδιναν την εξουσία στους «κομμουνιστές», αλλά αναγνώριζαν τη σημαντική συνεισφορά τους στην κοινωνική αντιπολίτευση. Από ένα σημείο και μετά τα ποσοστά της αριστεράς σε συνδικάτα, νεολαία και δήμους, προσεγγίζουν τη στενή κομματική επιρροή της
  • Χάθηκε και η ιδεολογική διεισδυτικότητα της αριστεράς. Ιδέες και αξίες της αριστεράς είχαν αίγλη και κύρος σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Τα «σοσιαλιστικά» κράτη θεωρούνταν πετυχημένα από σοσιαλδημοκράτες ακόμα και από «κρατιστές» δεξιούς. Όποιος φοιτητής μίλαγε για ιδιωτικό πανεπιστήμιο ή κατάργηση του άσυλου θεωρούταν το λιγότερο παράφρων, αν όχι χαφιές. Η έννοια του κοινωνικού κράτους, των δημόσιων παροχών και του συνδικαλισμού ήταν αυτονόητη για όλο το πολιτικό φάσμα. Από τα τέλη της δεκαετίας του `80 έχουμε μια πλήρη αντιστροφή. Η αριστερά όχι μόνο δεν πείθει παραπέρα από τον εαυτό της, αλλά αποδέχεται στους κόλπους της ακραίες δεξιές απόψεις. Το ΚΚΕ αρθρογραφούσε να πείσει για την «τέχνη του επιχειρείν», ο ΣΥΝ συνδιοργάνωνε τα εθνικιστικά συλλαλητήρια για τη Μακεδονία μαζί με την εκκλησία. Ακόμα και τώρα συνεχίζει και χαριεντίζεται με εκκλησιαστικούς εθνικιστές (Κανέλλη) ή υπέρμαχους των ιδιωτικοποιήσεων (ΣΥΝασπισμένοι της ΠΟΣΔΕΠ και Ρεπούση).

Από ένα σημείο και έπειτα αρχίζει να υπάρχει μια αντίστροφη πορεία. Οι επιτυχημένες παρεμβάσεις του ΚΚΕ στο αντιπολεμικό κίνημα για τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία και στο αγροτικό κίνημα, του ξαναδίνουν μια αξιοπιστία που είχε χάσει τα τελευταία χρόνια. Το ίδιο και η εμπλοκή του ΣΥΡΙΖΑ στο αντιπαγκοσμιοποιητικό και αντιπολεμικό κίνημα για το Ιράκ ξαναφέρνει στο προσκήνιο μια χούφτα παραγόντων που ήταν έτοιμοι να μπούνε στο ΠΑΣΟΚ. Η μάχη ενάντια στην αναθεώρηση του Συντάγματος και το άρθρο 16 δίνει στην αριστερά μια δεύτερη ευκαιρία.

apekis

Λ. Απέκης. Πρόδρος της ΠΟΣΔΕΠ που μπλόκαρε την ιδιωτικοποίηση του Πανεπιστημίου. Εκπαρυθυρωμένος από τον "αριστερό" ΣΥΝασπισμό του 2009

Για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια δυνάμεις της αριστεράς  αποκτάνε πολιτικό και οργανωτικό κύρος ευρύτερο της στενής επιρροής του. Η αριστερά στις δημοτικές φθάνει το πρωτοφανές ποσοστό του 20%. Οι ιδέες της για δημόσιο πανεπιστήμιο, όχι μόνο ξεπερνάνε την εκλογική της επιρροή αλλά οργανώνουν μια αποτελεσματική μάχη κόντρα στο δικομματισμό. Το ίδιο και στο Βοτανικό. Το ξεπούλημα της γης προς όφελος του Βαρδινογιάννη συναντά όχι το μπλόκο των περιβαλλοντολόγων του ΣΥΝ αλλά ενός δυναμικού κομματιού της Αθήνας.  Τα δημοσκοπικά 18άρια του Τσίπρα αυτό έδειχναν… Η αριστερά ξανααποκτούσε αίγλη εκτός των γραφείων της.

Ταυτόχρονα επιβεβαιώνεται και μια άλλη υποψία.

Η αποτελεσματικότητα της αριστεράς δεν εξαρτάται από τα εκλογικά της αποτελέσματα. Το 3% του ΣΥΡΙΖΑ στα 2004 ήταν σαφώς πιο λειτουργικό, πιο «χρήσιμο» από το 5% του 2007. Οι απόψεις που δούλεψε ανάμεσα στο 2004 και 2007 έφεραν τη νίκη στο Άρθρο 16, οι απόψεις του 5% έφεραν τα «ήξεις αφίξεις» του Δεκέμβρη, τη συνθηκολόγηση του Βοτανικού και εν τέλη, στο ξεπούλημα της νικηφόρας ηγεσίας της ΠΟΣΔΕΠ, μέσα από την εκπαραθύρωση του Μαΐστρου και του Απέκη.

Η αριστερά ανάμεσα στο 2007 και σήμερα συνθηκολογεί με τις καθεστωτικές πιέσεις, επαναφέρει αυτές τις απόψεις ως «συνισταμένη» της και τελικά αντί να οργανώσει τις υπαρκτές κοινωνικές μάχες, παραμένει αμήχανη μέχρι σήμερα, καθιστώντας τον εαυτό της ένα άχρηστο εργαλείο.

Τα όποια ποσοστά της δεν θα καταγράψουν μια νίκη του ριζοσπαστισμού, αλλά την επιβράβευση για τη θεσμική τους στάση.

Στο τρίτο μέρος θα δούμε τις όποιες αντιστάσεις υπήρξαν το περασμένο διάστημα. Ποια η «διαθεσιμότητα» των πολιτών, πόσο «ανοιχτοί» ήταν σε μια διαφορετική προοπτική. Να διαπιστώσουμε αν υπάρχει μια κοινωνική σύγκρουση ή μόνο μια δεξιά αντεπίθεση και άρα αν υπήρχε το δίλημμα «αξιοπρεπής ήττα ή συνθηκολόγηση με τους δεξιούς» ή η δυνατότητα ενός δυνατού, μεγάλου και νικηφόρου ριζοσπαστικού φορέα.

Να δούμε πως, σε μια περίοδο κατάρρευσης του κυρίαρχου αστικού φορέα, ΔΕΝ είναι φυσιολογικό, «λογικό» η αριστερά όχι μόνο να μη μεγαλώνει αλλά να συρρικνώνεται.


[1] Εκλογές 1962. Δεξιά, 54%

[2] Εκλογές 1967. Δεξιά, 55%

[3] Εκλογές 1968, ένα μήνα μετά το «Μάη», Δεξιά 58%

[4] Εκλογές 1977

[5] Εκλογές 1974

[6] Δημοψήφισμα 1974

[7] Εκλογές 1996

[8] Εκλογές 2004


3 Σχόλια on “μάλλον στραβά αρμενίζουμε…”

  1. Ο/Η Greek Rider λέει:

    Gatoulea καλησπέρα.

    Θέλω να αναφέρω μερικές σκέψεις που κάνω τώρα τελευταία σε ό,τι αφορά το εκλογικό σώμα:

    1) Φασιστική ιστορία

    Η Ελλάδα έχει κακό προηγούμενο φασιστικών ή δεξιών κυβερνήσεων. Από τον Μεταξά, μέχρι τον εμφύλιο και μέχρι τη χούντα του 1967.

    Αυτοί οι σταθμοί είναι σημαντικοί γιατί κάθε φασιστική ή δεξιά κυβέρνηση καθόριζε γύρω της μια συντηρητική πραγματικότητα, μια αυταρχική παιδεία και μια αυστηρή και επίσης αυταρχική κοινωνία.

    Έτσι ο συντηρητισμός ρίζωσε για τα καλά.

    Η αριστερά υπάρχει μόνο ως εξαίρεση.

    2) Εθνικισμός

    Η Ελλάδα είναι ένα νέο κράτος που μέχρι πρόσφατα έκανε πολέμου ή ακόμη και σήμερα φλερτάρει με πολεμικές περιπέτειες. Αυτή η κουλτούρα συμπλέει με συγκεκριμένα αυταρχικά και συντηρητικά πρότυπα.

    3) Ανάπτυξη

    Η οικονομία μας το 1945 ήταν ισοπεδωμένη. Όταν ξεκινάς από το απόλυτο μηδέν τα πρώτα σου βήματα θα είναι αλματώδη. Έτσι και η Ελλάδα στην αρχή, τα χρόνια του 1950, έφτασε σε κάποιες χρονιές που αναπτυσσόταν με 12% το χρόνο.

    Υπο αυτές τις συνθήκες ας φανταστεί κάποιος την δυναμική της κοινωνικής ανόδου που βίωσε η γενιά του 1950-1960 (baby boomers νομίζω λέγονται).

    Αυτοί οι άνθρωποι σήμερα πιστεύουν βαθιά μέσα τους ότι ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που δουλεύει, κουράζεσαι αλλά αμείβεσαι και στο τέλος νικάς.

    Η εποχή τους μετά τον πόλεμο ήταν εποχή νίκης και οικονομικής ανάπτυξης.

    4 ΧΑΑ

    Και δεν έφταναν όλα αυτά αλλά την δεκαετία του 1990 και κυρίως από το 1998 και μετά ο Έλληνας άρχισε να μπαίνει μέσα στην νεοφιλελεύθερη φιλοσοφία. Το μαζικό μπάσιμο του Έλληνα στο Χρηματιστήριο το 1998 τον έκανε να ανησυχεί όταν του έλεγαν ότι η οικονομία δεν πάει καλά.

    Όταν π.χ. τα κέρδη του Λαναρά έπεφταν ο μικρομεσαίος κακομοίρης Έλληνας δεν μπορούσε να κοιμηθεί το βράδυ…

    Σήμερα του λένε ότι μειώνονται τα επιχειρηματικά κέρδη και τον μέσο Έλληνα τον πιάνει κρύος ιδρώτας…

    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
    Η Ελληνική κοινωνία έχει πολύ βαθιά συντηρητικά αντανακλαστικά. Βλέπω ακόμη και τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ πόσο συντηρητικοί κατ΄ ουσία είναι.

    Πολλοί σοσιαλδημοκράτες στην Ελλάδα δεν διαφέρουν σχεδόν σε τίποτα από ό,τι θα σου έλεγε το αφεντικό μιας πολυεθνικής σε μια εταιρική συνάντηση.

    Η Ελληνική κοινωνία ουσιαστικά απλά ανέχεται την αριστερά και τίποτα παραπάνω.

    Ο Έλληνας δεν έχει ίχνος αριστερής παιδείας.

    Ξαναλέω αυτό που επαναλαμβάνω συχνά: Οι συνθήκες σήμερα, οι ρεαλιστικές συνθήκες γύρω μας και όχι πλέον μόνο οι θεωρίες του Μαρξ ή του Καστοριάδη, θα έπρεπε να κάνουν κάθε ορθολογικό άνθρωπο να είναι αντικαπιταλιστής ή κάτι παρόμοιο.

    • Ο/Η gatouleas λέει:

      Greek Rider, αν αντί για «εκλογικό σώμα» έλεγες «κράτος» θα συμφωνούσα μαζί σου 100%.
      Πράγματι το ελληνικό κράτος πάντοτε ακολουθούσε τη διχαστική και πολεμική πολιτική είτε απέναντι στην αριστερά είτε επέναντι σε εθνικές μειονότητες. Ακόμα και στη δεκαετία του `70 οι εργατικοί δήμοι (Πέραμα, Νίκαια κλπ) είχαν εγκαταλειφθεί στο έλεος του θεού. Αυτό δημιούρηούσε και ένα πλέγμα μικροαστικών στρωμάτων φανατικών υποστηρικτών του.
      Η αριστερά δεν ήταν απλα εξαίρεση, ήταν μίασμα. Όμως λειτουργούσε ως εκφραστής όλων των υπόλοιπων, των αποκλεισμένων κοινωνικά στρωμάτων.
      Έτσι έχουμε «δύο» ελλάδες.. Αυτή των baby boomers, αλλά και αυτή των μεταναστατών στη Γερμανία..
      Όταν το κράτος «ανοιγει» στην αριστερά και σε πολιτική συνδιαχειριστική με τα λαϊκά στρώματα στα `80, πλέον έχουμε μπει στην κρίση όπου δεν υπάρχει η οικονομική πολυτέλεια για συναινετικές πολιτικές.
      Στην Ελλάδα, δηλαδή, ποτέ δεν είδαμε κοινωνικό κράτος, ποτέ δεν μπολιάστηκε με πολιτικές διαβούλευσης. Η κεντροαριστερα όταν βρέθηκε στην εξουσία δεν είχε υλικές προϋποθέσεις για να εφαρμόση την πολιτική της γι` αυτό γρήγορα εκφυλίστηκε σε λογικές «λαμόγιου».
      Συμπερασματικά, επ ουδενί δεν διαβάζω έναν ομογενοποιημένο ελληνικό λαο. Έχουμε δύο διαφορετικές Ελλάδες. Ακόμα κι αν η δεύτερη έχει ηττηθεί στο πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο, ο αποκλεισμός της από την κοινωνική, πολιτική και οικονομική ζωή λειτουργέι σαν ωρολογιακή βόμβα.
      Θα κοιτάξω να κάνω και μια αρέμβαση στο αντίστοιχο αναλυτικό σου ποστ.

  2. Ο/Η Greek Rider λέει:

    Δεν εννοούσα εκλογικό σώμα ακριβώς. Εννοώ γενικά την συντηρητική κοινωνία που υπάρχει γύρω μας. Και το κράτος (κυρίως αυτό) αλλά και τους ψηφοφόρους.

    Να συμπληρώσω σε αυτό που λες τη συμφωνία μου και για το ότι η πραγματικότητα έγινε πιο σκληρή από τα τέλη του 1980 και μετά.

    Λόγω μαλθακότητας όλων, οι νεοφιλελεύθεροι κατέλαβαν την εξουσία με τη βοήθεια των ΜΜΕ και από τότε η δημοκρατία μετατράπηκε σε εταιρικό υποπροϊόν.

    Πριν καταπίεζε το κράτος, τώρα καταπιέζουν κυρίως οι εταιρείες. Ασφαλώς τώρα είναι πολύ χειρότερα τα πράγματα γιατί το κράτος είχε ένα φόβο και μια λογοδοσία. Τὠρα όμως η εταιρεία λογοδοτεί μόνο στη Γενική Συνέλευση και όταν βγάζει χρήματα όλοι της επιτρέπουν να συνεχίσει να κάνει ό,τι έκανε. Ακόμη και απάτες.


Σχολιάστε